-
1 κραταιίς
κρᾰται-ίς, ἡ, ([etym.] κρατύς) of the stone of Sisyphus, ὅτε μέλλοι ἄκρον ὑπερβαλέειν, τότ' ἀποστρέψασκε κραταιίς when it was just about to surmount the top, then didA mighty weight turn it back, dub. in Od.11.597 (taken as Adv., violently, by Aristarch.; as κράται' ἴς (where κράταια may be an old fem. of κρατύς like * πλάταια (cf. Skt. pṛthivī), pl. Πλαταιαί, fem. of πλατύς) by Ptol.Asc. ap. Hdn.Gr.2.153).II (proparox.) as pr.n., the Mighty one, name of the mother of Scylla, Od.12.124.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κραταιίς
-
2 ἀποστρέφω
ἀπο-στρέφω, fut. ἀποστρέψεις, part. - οντας, aor. iter. ἀποστρέψασκε, subj. ἀποστρέψῃσιν, opt. - ειεν, part. ἀπο- στρέψᾶς: turn or twist back or about, reversing a former direction; ( λᾶαν) ἀποστρέψασκε κραταιίς, the stone of Sisyphus, Od. 11.597 ; πόδας καὶ χεῖρας, i. e. so as to tie them behind the back, Od. 22.173; ‘recall,’ ‘order a retreat,’ Il. 10.355.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > ἀποστρέφω
См. также в других словарях:
κραταιίς — κραταιίς, ίδος (Α) 1. (για τον λίθο τού Σισύφου) η υπερβολική δύναμη τού λίθου, που προέρχεται από το μεγάλο βάρος του («ὅτε μέλλοι ἄκρον ὑπερβαλέειν, τότ ἀποστρέψασκε κραταιίς», Ομ. Οδ.) 2. (ως κύριο όν. προπαροξύτονο) ἡ Κράταιις η μητέρα τής… … Dictionary of Greek